Τεστ Διατροφικής δυσανεξίας και Αντιμετώπιση Παθήσεων
Το τεστ διατροφικής δυσανεξίας χρησιμοποιείται εκτεταμένα για τις παθήσεις του μεταβολισμού και έχει εξαιρετικά αποτελέσματα, αλλά έχει επίσης πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα και στην αντιμετώπιση πολλών ιατρικών παθήσεων. Εδώ και χρόνια πολλοί ασθενείς έχουν ακολουθήσει τη διατροφή σύμφωνα με το τεστ για να αντιμετωπίσουν μια ευρεία σειρά παθήσεων και διαταραχών, όπως τις γαστρεντερικές ενοχλήσεις, τον σακχαρώδη διαβήτη, την υπερλιπιδαιμία, την αρτηριακή πίεση, τα δερματολογικά προβλήματα, τα αυτοάνοσα νοσήματα, τις ορμονικές διαταραχές, το άσθμα κ.α.
Φυσικά, το τεστ δυσανεξίας δεν είναι πανάκεια ούτε και μπορεί να αντικαταστήσει μια φαρμακευτική αγωγή, ειδικά στην περίπτωση σοβαρών κλινικών περιπτώσεων. Ωστόσο, η διατροφή βάσει του τεστ δυσανεξίας, με την αφαίρεση των τροφών που μας ενοχλούν, τη μείωση των επεξεργασμένων τροφίμων και την αύξηση των φυτικών ινών μπορεί ωστόσο να λειτουργήσει επικουρικά, να ενισχύσει τα αποτελέσματα και να μετριάσει τις παρενέργειες των φαρμάκων και να ενδυναμώσει το ανοσοποιητικό για να αντιμετωπίσει καλύτερα τις παθήσεις.
Δυστυχώς, δεν έχουμε τη δυνατότητα να απαντήσουμε στο ερώτημα του κατά πόσο και με ποιο ακριβή τρόπο βοηθά το τεστ δυσανεξίας στην αντιμετώπιση μιας πάθησης. Δεν υπάρχουν ακόμη τα κατάλληλα εργαλεία για να οριστούν με ακρίβεια οι λόγοι για τους οποίους εμφανίζεται μια πάθηση σε έναν οργανισμό, την ένταση, τη διάρκειά της, τα συμπτώματά της και τη θεραπεία της.
Άλλωστε, οι παθήσεις είναι πολυπαραγοντικές. Για την εμφάνισή τους, παίζουν σημαντικό ρόλο ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία που είναι αμετάβλητα, όπως το γονιδιακό υπόβαθρο, αλλά και μεταβλητά, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, όπως το στρες, οι τοξίνες, η διατροφή, κ.α. Από τα τέσσερα προαναφερθέντα στοιχεία, το μόνο το οποίο μπορούμε μόνοι μας να ορίσουμε πλήρως είναι η διατροφή. Το κατά πόσο φυσικά αυτό από μόνο του θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, διαφέρει πολύ από ασθενή σε ασθενή.