Τα τελευταία χρόνια έχει επιστημονικά επιβεβαιωθεί η ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στα αυξημένα επίπεδα ελευθέρων ριζών (οξειδωτικό στρες) και στην εμφάνιση διαφόρων μορφών καρκίνου. Το οξειδωτικό στρες θεωρείται σημαντική αιτία γενετικών μεταλλάξεων και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην πρόκληση όσο και στην εξέλιξη της ασθένειας.
Η ανάπτυξη του καρκίνου αποτελεί μια ιδιαίτερα σύνθετη βιολογική διαδικασία, που ακόμα και στις ημέρες μας δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί. Παραταύτα ο τεράστιος όγκος επιστημονικών ερευνών και δεδομένων που εκπονούνται, μας έχει οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα σχετικά με τους παράγοντες που εμπλέκονται στη διαδικασία της καρκινογένεσης. Ορμόνες, συγκεκριμένοι ανοσολογικοί μηχανισμοί και βέβαια η γενετική προδιάθεση, αποτελούν κάποιους από τους παράγοντες που διαδραματίζουν ουσιαστικότατο ρόλο στην όλη διαδικασία.
Σήμερα όμως γνωρίζουμε ότι και περιβαλλοντικοί παράγοντες (ιδιαίτερα ο τρόπος ζωής), ασκούν εντονότατη επιρροή στην ανάπτυξη του καρκίνου. Το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, οι ανθυγιεινές επιλογές διατροφής, η παχυσαρκία, διάφοροι μολυσματικοί παράγοντες, τα χημικά κατάλοιπα, αλλά και οι ακτινοβολίες, συνθέτουν το πάνελ των κυριοτέρων παραγόντων κινδύνου. Παραγόντων δηλαδή που είναι «εν δυνάμει» καρκινογενείς και άρα υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν την σκανδάλη εκδήλωσης της συγκεκριμένης νόσου. Η επίδραση αυτών των παραγόντων συνεπάγεται διαταραχή στα επίπεδα ελευθέρων ριζών , προκαλώντας το λεγόμενο οξειδωτικό στρες.
Το οξειδωτικό στρες οδηγεί σε οξείδωση βασικών βιοχημικών συστατικών του κυττάρου, όπως τα λιπίδια, οι πρωτεϊνες και το γενετικό υλικό (DNA), με αποτέλεσμα τη μεταβολή των δομικών λειτουργικών τους ιδιοτήτων. Ανάλογα με την ένταση του οξειδωτικού στρες, οι επιδράσεις στις κυτταρικές λειτουργίες ποικίλουν, οδηγώντας ακόμα και στον κυτταρικό θάνατο. Από τις μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα φαίνεται ότι ο καρκίνος ξεκινά μετά από βλάβη του γενετικού υλικού (DNA) ενός κυττάρου. Αν αυτή η βλάβη δεν επιδιορθωθεί τότε το κύτταρο θα υποστεί μετάλλαξη και στη συνέχεια θα αναπτυχθεί καρκίνος.
Η προστασία της υγείας μας από την καταστρεπτική δράση των ελευθέρων ριζών καθίσταται αναγκαία. Η προστασία αυτή επιτυγχάνεται αφενός με την αποφυγή της έκθεσης σε μολυσματικούς παράγοντες, αφετέρου με την δράση των αμυντικών μηχανισμών του οργανισμού. Με δεδομένο όμως το γεγονός ότι για το σύγχρονο άνθρωπο η έκθεση σε πολλούς από τους παραπάνω παράγοντες, όπως ο καπνός, το νέφος, το αυξημενο στρες κ.α. είναι ένα αναπόφευκτο στοιχείο της καθημερινότητας, η θωράκιση του με συστήματα που έχουν την ικανότητα να εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Ο κυριότερος μηχανισμός άμυνας του οργανισμού είναι τα αντιοξειδωτικά του συστήματα, οι αντιοξειδωτικές του ουσίες, με κυριότερο τη βιταμίνη Α και το β- καροτένιο, τη βιταμίνη C, τη βιταμίνη Ε, το σελήνιο, τα διάφορα φλαβονοειδή κ.α. Οι ουσίες αυτές δρουν δεσμεύοντας και εξουδετερώνοντας τις ελεύθερες ρίζες, μετατρέποντας τες έτσι σε μη τοξικές και άρα περιορίζοντας τη βλαπτική επίδραση τους στην υγεία.
Η σωστή επιλογή αντιοξειδωτικών ουσιών πρέπει να κατευθύνεται από την αξιολόγηση των επιπέδων του οξειδωτικού στρες. Η αξιολόγηση του οξειδωτικού στρες του οργανισμού θα μας επιτρέψει να λάβουμε τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα, ώστε να αποτρέψουμε τη φθορά που μπορεί να προκαλέσει το υποβόσκον οξειδωτικό στρες στην υγεία μας.
Τα αντιοξειδωτικά σε συνδυασμό με την αξιολόγηση των επιπέδων του οξειδωτικού στρες μπορεί να γίνουν ακόμη ένα σημαντικό όπλο στη φαρέτρα για την πρόληψη του καρκίνου. Και η πρόληψη είναι πάντα σημαντικότερη από τη θεραπεία.