Πρόσφατα έχουν αναπτυχθεί και προταθεί πολλές θεωρίες που συνδέουν τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή τροφής με την αύξηση του σωματικού βάρους και κυρίως του σωματικού λίπους. Μία από τις πιο σημαντικές θεωρίες υποστηρίζει ότι η έλλειψη σημαντικών θρεπτικών ουσιών από τη διατροφή αυξάνει την πιθανότητα να πάσχει κάποιος από παχυσαρκία.
Βιομηχανοποίηση της παραγωγής τροφίμων
Η ανθρωπότητα ανακάλυψε τη γεωργία πριν από 8 χιλιάδες χρόνια περίπου. Μέχρι τότε οι άνθρωποι μπορούσαν να αποκτήσουν τροφή είτε με το κυνήγι είτε με τη συλλογή τροφίμων από φυτά και δέντρα σε άγρια κατάσταση. Με την ανακάλυψη της καλλιέργειας και της εξημέρωσης των ζώων που τα έκανε οικόσιτα, η ανάγκη για κυνήγι και η συλλογή τροφής μειώθηκαν σημαντικά.
Το πρώτο βήμα, λοιπόν, για την τρομερή αύξηση του πληθυσμού έγινε πριν από αρκετές χιλιάδες χρόνια. Στην πορεία της ιστορίας της ανθρωπότητας η εξημέρωση των ζώων και η καλλιέργεια τροφής βοήθησε σημαντικά τον άνθρωπο στην εξέλιξή του, όπως η εγκατάσταση των νομάδων σε συγκεκριμένες περιοχές (μέχρι τότε οι άνθρωποι ακολουθούσαν τα ζώα που κυνηγούσαν). Ο άνθρωπος δημιούργησε πόλεις και αυτό που σήμερα ονομάζουμε πολιτισμό.
Τα δάση μετατράπηκαν σε βοσκοτόπια και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις με τις γνωστές σε όλους συνέπειες για το περιβάλλον. Στη συνέχεια ανακαλύφθηκαν τα λιπάσματα, δηλαδή ουσίες που αυξάνουν ή βοηθάνε την παραγωγή, δηλαδή περισσότερη σοδειά από λιγότερο έδαφος. Στην αρχή τα λιπάσματα ήταν φυσικής προέλευσης (όπως οι κουτσουλιές των ζώων και των πτηνών, γι’ αυτό είχαν τους περιστερώνες) αλλά σύντομα, και με την εξέλιξη της χημείας τα λιπάσματα έγιναν χημικά. Τα χημικά λιπάσματα απογείωσαν την παραγωγή, γιατί μπορούσαν να παρασκευαστούν φτηνά, αλλά με ένα σημαντικό για την υγεία κόστος.
Λιπάσματα και θρεπτικά συστατικά
Τα χημικά λιπάσματα είναι ιδιαίτερα τοξικές και καρκινογόνες ουσίες που βοηθούν σημαντικά τον όγκο της παραγωγής τροφής. Οι περισσότεροι γνωρίζουν ήδη ότι η εμφάνιση καρκίνου σε άτομα που ασχολούνται επαγγελματικά με τη γεωργία και εκτίθενται σε χημικά που ενισχύουν την παραγωγή είναι πιο συχνή απ' ό,τι θα περίμενε κανείς. Φαίνεται ότι τα χημικά με τα οποία έρχονται σε επαφή, συντελούν στην εμφάνιση καρκίνου.
Για τους καρπούς, το αποτέλεσμα της χρήσης πολλών λιπασμάτων προκαλεί προβληματισμό. Όσοι αγοράζουν τρόφιμα βιολογικής καλλιέργειας ή έχουν κήπο με τη δική τους παραγωγή σίγουρα έχουν παρατηρήσει τη διαφορά στην υφή, το χρώμα, την οσμή και την γεύση οπωροκηπευτικών και φρούτων, σε σχέση με τα προϊόντα μαζικής παραγωγής.
Σε πολλές μελέτες, έχει αποδειχθεί ότι τα προϊόντα μαζικής παραγωγής είναι φτωχά σε θρεπτικά στοιχεία, ειδικά σε βιταμίνες, ιχνοστοιχεία και άλλα σημαντικά θρεπτικά στοιχεία. Αντιθέτως, είναι πιο πλούσια σε νερό και θερμίδες. Δηλαδή, περιέχουν πολλές «κενές» θερμίδες, χωρίς να περιέχουν τα αναγκαία θρεπτικά στοιχεία. Για να το πούμε ακόμα πιο απλά, ένα πορτοκάλι μαζικής παραγωγής περιέχει περισσότερες θερμίδες και νερό σε σχέση με ένα πορτοκάλι βιολογικής παραγωγής, ενώ περιέχει πολύ λιγότερη βιταμίνη C (για παράδειγμα).
Επίδραση στον οργανισμό
O οργανισμός που τρέφεται με φτωχής ποιότητας τροφές γεμίζει από θερμίδες, αλλά σημαντικές βιταμίνες και ιχνοστοιχεία απουσιάζουν. Σύμφωνα με ειδικούς, αυτό μπορεί να έχει μία πολύ παράδοξη συνέπεια για τον οργανισμό: αίσθημα πείνας, αν και ο οργανισμός είναι πλήρης από θερμίδες.
Πώς προκαλείται η πείνα
Σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα, το αίσθημα πείνας προκαλείται από ένα συνδυασμό ερεθισμάτων, όπως το χαμηλό επίπεδο γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα και το χαμηλό επίπεδο αμινοξέων (τα βασικά δομικά στοιχεία των πρωτεϊνών). Όταν το επίπεδο γλυκόζης στο αίμα πέφτει (μια κατάσταση που ονομάζεται υπογλυκαιμία) πολλοί αναφέρουν ότι έχουν όρεξη για κάτι γλυκό. Όταν το επίπεδο των λιπαρών στο αίμα πέφτει, πολλοί αναφέρουν ότι έχουν όρεξη για κάτι πλούσιο σε λιπαρά, χωρίς φυσικά αυτό να ισχύει για όλους.
Το πρόβλημα είναι ότι η έλλειψη μίας βιταμίνης (για παράδειγμα της C) δεν προκαλεί πείνα για τροφές πλούσιες σε βιταμίνη C (όπως τα πορτοκάλια). Πολλοί ειδικοί συμπεραίνουν ότι άτομα με έλλειψη μιας βιταμίνης, ενώ είναι πλήρεις σε θερμίδες, νιώθουν πείνα - γιατί τους λείπουν μία ή περισσότερες βιταμίνες. Ο οργανισμός δεν μπορεί να δώσει κάποιο ιδιαίτερο «σήμα» ότι του λείπουν βιταμίνες και δίνει «σήμα» ότι απλά πεινάει. Το άτομο, ενώ τρώει αρκετά, συνεχίζει να πεινάει, γιατί δεν τρώει τροφές πλούσιες σε βιταμίνες, γιατί οι τροφές που καταναλώνει είναι «κενές» από θρεπτικές ουσίες και ενώ ο οργανισμός ζητάει βιταμίνες, λαμβάνει απλώς ακόμα περισσότερες θερμίδες.
Πώς μπορούμε να οχυρωθούμε
Οι παραπάνω θεωρίες είναι ευρέως αποδεκτές, αλλά δεν θεωρούνται αποδεδειγμένες. Δεν υπάρχουν ακράδαντα επιστημονικά στοιχεία που να τις επιβεβαιώνουν, αλλά πολλοί ειδικοί τις δέχονται ως πιθανότατα πραγματικές.
Ο απλούστερος τρόπος να προστατευτούμε, είναι να προτιμάμε προϊόντα βιολογικής προέλευσης.
Παρόλο που υπάρχει αρκετός σκεπτικισμός σχετικά με τα προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας, ειδικά σε σχέση με τους μηχανισμούς πιστοποίησης, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας αποθαρρύνει να αναζητάμε το καλύτερο δυνατό για την υγεία μας. Γνωρίζουμε ότι υπάρχει ο κίνδυνος της εξαπάτησης, αλλά τηρούμε μια στάση υπευθυνότητας απέναντι στον εαυτό μας και την κοινωνία και επιλέγουμε τα καλύτερα προϊόντα για να προστατευτούμε όσο καλύτερα γίνεται. Ας μην ξεχνάμε ότι με κάθε μας αγορά επιλέγουμε τους παραγωγούς που θέλουμε να παραμείνουν στην αγορά και όσο αυξάνει ο «πράσινος» τζίρος δείχνουμε με τα χρήματά μας την πορεία της προόδου που θέλουμε.